Ο Σακχαρώδης Διαβήτης είναι μια νόσος που μπορεί να εμφανιστεί είτε στην νεαρή ηλικία, οπότε χαρακτηρίζεται ως Νεανικός Διαβήτης, ή Τύπου Ι και Διαβήτης ενηλίκων ή Τύπου ΙΙ .
Ο πρώτος αντιμετωπίζεται με την χρήση ινσουλίνης και ο δεύτερος με μία γκάμα φαρμακευτικών σκευασμάτων που ξεκινούν από χάπια μέχρι τις διαφορές μορφές ινσουλίνης.
Κατά την κύηση, λοιπόν, μπορεί ο Σακχαρώδης Διαβήτης να προϋπάρχει ως νόσημα ή να εμφανιστεί κατά την διάρκεια της, οπότε μπορεί να χαρακτηριστεί ως Διαβήτης Κύησης.
Κατά την διάρκεια της κύησης, τα φυσιολογικά όρια του σακχάρου είναι έως 92mg/dl. Η διάγνωση του Διαβήτη Κύησης τίθεται, όταν κατά τον εργαστηριακό έλεγχο το σάκχαρο αίματος είναι μεγαλύτερο του 100mg/dl είτε όταν έστω μία από τις τρείς τιμές της καμπύλης σακχάρου βγει παθολογική.Πιο συγκεκριμένα η καμπύλη σακχάρου γίνεται με την λήψη 75gr γλυκόζης.
Οι φυσιολογικές τιμές σακχάρου είναι οι ακόλουθες:
- Νηστική : <92mg/dl
- 1ώρα μετά την λήψη : <180mg/dl
- 2ώρες μετά την λήψη : <155mg/dl
Η καμπύλη σακχάρου συστήνεται να γίνεται μεταξύ 24-28 εβδομάδες κύησης. Εάν όμως η μηνιαία εξέταση σακχάρου είναι παθολογική και μάλιστα σε 2 μετρήσεις σε διάστημα προγενέστερο των 24 εβδομάδων, τότε θα πρέπει να γίνεται νωρίτερα.
- Η παχυσαρκία
- Το οικογενειακό ιστορικό
- Η ύπαρξη ήδη Διαβήτη ως υποκείμενο νόσημα
Ο Διαβήτης Κύησης καταρχήν μπορεί να αντιμετωπιστεί με διατροφή που περιλαμβάνει:
- Υδατάνθρακες σε ποσοστό 40-45% με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη
- Πρωτεΐνες σε ποσοστό 30-35%
- Λίπη σε ποσοστό 20-25%
Οι μετρήσεις σακχάρου πρέπει να είναι καθημερινές και να περιλαμβάνουν μία μέτρηση το πρωί νηστική που θα πρέπει να είναι μικρότερη από 92mg/dlκαι τρεις κατά την διάρκεια της μέρας, μια μετά το πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό, όλες κάτω από 140mg/dl.
Εάν το σάκχαρο ρυθμίζεται με αυτόν τον τρόπο τότε χαρακτηρίζεται ως Διαβήτης υπό διατροφή. Εάν αυτό δεν γίνει εφικτό τότε η ρύθμιση του γίνεται με χρήση ινσουλίνης διότι οποιαδήποτε άλλα σκευάσματα αντενδείκνυνται στην κύηση.
Υπάρχει μια νεότερη τάση να χρησιμοποιείταιη μετφορμίνη επιλεκτικά και μετά τις 24 εβδομάδες όταν θα έχει συμπληρωθεί η πλήρης ανατομία του εμβρύου.
Εάν κατά της διάρκεια της κύησης παρατηρηθεί υπερβολική αύξηση των διαστάσεων του εμβρύου ή της ποσότητας του αμνιακού υγρού, θα πρέπει η καμπύλη σακχάρου να επαναλαμβάνεται.
Προγνωστικός δείκτης αποτελεί και η μέτρηση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης Hba1c που θα πρέπει να είναι μικρότερη από 5,9%.
Μετά τις 32 εβδομάδες, ο υπερηχογραφικός έλεγχος εμβρυικής ανάπτυξης του εμβρύου θα πρέπει να περιλαμβάνει σε τακτική βάση και Doppler( έλεγχο εμβρυοπλακουντιακής κυκλοφορίας).
Το καλύτερο χρονικό διάστημα να γεννηθεί το νεογνό είναι μεταξύ 39ης-40ης εβδομάδας κύησης. Η παράταση κύησης θα πρέπει να αποφεύγεται. Η χορήγηση κορτιζόνης περί την 32η-34η εβδομάδα κύησης βοηθά στην καλύτερη ωρίμανση του αναπνευστικού του νεογνού με την γέννηση του. Ο τρόπος γέννησης δεν σημαίνει κατά ανάγκην καισαρική τομή. Προτείνεται όμως, όταν το νεογνό έχει πιθανό εμβρυικό βάρος >4000gr.
Εάν γίνεται χρήση ινσουλίνης κατά την κύηση, αυτή διακόπτεται την παραμονή του τοκετού. Κατά την διάρκεια της άμεσης λοχείας (πρώτες μέρες) ελέγχεται το σάκχαρο σε κατάσταση νηστείας και 2 ώρες μετά τα γεύματα.
Επανέλεγχος καμπύλης σακχάρου και γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης ζητείται 6-8 εβδομάδες μετά τον τοκετό.
Η παρακολούθηση Διαβήτη Κύησης θα πρέπει να γίνεται με την αγαστή συνεργασία του γυναικολόγου με ενδοκρινολόγο και ενδεχομένως και διατροφολόγο, ιδίως όταν η έγκυος είναι υπέρβαρη ή παχύσαρκη.
Η προσπάθεια για να αποφύγει η γυναίκα να βιώσει την εμπειρία Διαβήτη στην εγκυμοσύνη της, επιτυγχάνεται με το να προσπαθήσει να κρατήσει το σωματικό της βάρος στα φυσιολογικά για το ύψος της (ΒΜΙ) όρια, με υγιεινή διατροφή και με άσκηση 2-3 φορές τουλάχιστον την εβδομάδα. Στην ευαισθητοποίησή της στο θέμα αυτό, παίζει η γνώση της για την ύπαρξη ή μη οικογενειακού ιστορικού Διαβήτη.